
Α'ΠΠ: Οι μάχες στα Χαρακώματα
ΧΑΡΑΚΩΜΑΤΑ
Πρώτος και απαράβατος κανόνας του ΑΠΠ: οι μάχες στην καλύτερη των περιπτώσεων είναι ολιγοήμερες, όχι μιας ημέρας.
Οι περισσότερες διαρκούν μήνες. Μήνες; Ναι, μήνες!
Δυτικό Μέτωπο 1915
Μια πρωτοφανής αμηχανία επικρατεί στα δύο αντίπαλα στρατόπεδα. Όλοι αναρωτιούνται πού στο καλό βρίσκονται όλες αυτές οι ένδοξες μάχες που θα έμεναν αιωνίως στη μνήμη των ανθρώπων. Ύστερα από μια μονάχα αποτυχημένη γερμανική απόπειρα κατάληψης του Παρισιού, το δυτικό μέτωπο γέμισε με απέραντες οχυρωματικές γραμμές προστατευόμενες από συρματοπλέγματα και ναρκοπέδια. Είναι τα λεγόμενα χαρακώματα, που υποστηρίζονταν από πολυβόλα και κάθε είδους νέα, υπερσύγχρονα (για την εποχή φυσικά) όπλα. Νάρκες, οβίδες, χημικά αέρια ακόμη και τανκς καθόριζαν πολλές φορές την έκβαση των μαχών και μετέβαλαν τις ισορροπίες.
Οι στρατιώτες ωστόσο δε μπορούσαν να περιμένουν για πάντα μέσα στα χαρακώματα. Έπρεπε κάτι να κάνουν. Και πράγματι, την άνοιξη του 1915, θα βγουν μετά από αρκετό καιρό έξω στο πεδίο των μαχών. Θεωρητικά το σχέδιο είναι απλό: απ’ τη μια πλευρά ο γαλλικός στρατός επιλέγει να επιτεθεί στο Αρτουά, ενώ από την άλλη οι Βρετανοί θα εξαπολύσουν ταυτοχρόνως επίθεση στο Φεστουμπέρ (Μάιος 1915). Χιλιάδες στρατιώτες σκοτώθηκαν, τραυματίστηκαν, αιχμαλωτίστηκαν. Και οι δύο επιθέσεις θα επιτρέψουν ωστόσο στους συμμάχους να κατανοήσουν πως πρέπει να αναζητήσουν διαφορετικές μεθόδους πολέμου, ειδάλλως η ήττα είναι μονόδρομος.
Έπειτα από τις δύο αυτές ανεπιτυχείς προσπάθειες διάσπασης της γερμανικής άμυνας, η Μεγάλη Βρετανία θα επιχειρήσει να κάνει άλλη μια απόπειρα ανακατάληψης εδαφών. Τον Σεπτέμβριο του 1915 γίνεται λοιπόν μάχη στη Λούς της Γαλλίας. Στην μάχη αυτή μάλιστα η Αγγλία θα εντάξει στο δυναμικό της και τους Βρετανούς εθελοντές. Το πρωτοφανές ωστόσο της υπόθεσης είναι η χρήση χλωρίνης από τον γερμανικό στρατό. Τουλάχιστον 43.000 άνδρες θα χαθούν.
1916
Έπειτα από τη μάχη της Λούς οι Γερμανοί έστρεψαν την προσοχή τους στη γαλλική πόλη Βερντέν. Εκτιμούσαν πως οι Γάλλοι ήταν ικανοί να θυσιάσουν ολόκληρο το στράτευμά τους για αυτή την πόλη-σύμβολο. Και πράγματι είχαν δίκιο. Η διάσωση του Βερντέν ήταν για τους Γάλλους εθνικό θέμα.
Στις 21.02.1916 ξεκινούν οι γερμανικοί βομβαρδισμοί. Η αντίσταση των Γάλλων ήταν γενναία. Δεν ήταν όμως αρκετή. Και οι δύο πλευρές, Γερμανοί και Γάλλοι έχασαν τουλάχιστον 350.000 στρατιώτες. Προκειμένου όμως να μην εξουδετερωθεί η γαλλική δύναμη από την γερμανική επίθεση, οι Άγγλοι οργανώνουν ταυτόχρονη επίθεση κοντά στον ποταμό Σομ. Στόχος της επέμβασης του βρετανικού στρατού ήταν αφενός να βοηθήσει τους συμμάχους του στο Βερντέν κι αφετέρου να εισχωρήσει στο κέντρο της γερμανικής γραμμής με τη βοήθεια βομβαρδισμών. Υπεύθυνος των βρετανικών δυνάμεων ήταν ο στρατηγός Σερ Ντάγκλας Χέιγκ.
Στρατηγός Ντάγκλας Χέιγκ
Έπειτα λοιπόν από έναν επταήμερο βομβαρδισμό από βρετανικά αεροσκάφη, την 1η Ιουλίου 1916, ξεκινά η μάχη του Σομ. 15.000 κανόνια στήθηκαν σε μέτωπο 20 μιλίων με το πεζικό να αναμένει εντολή επίθεσης. Η ετυμηγορία; Ποια άλλη! 19.000 Βρετανοί σκοτώθηκαν μόλις την πρώτη ημέρα της μάχης, ενώ οι τραυματίες ξεπερνούσαν τους 40.000. Στην πλειονότητά τους μάλιστα οι άνδρες που χάθηκαν προέρχονταν από τα λεγόμενα «τάγματα φιλίας». Τι ήταν αυτά; Ήταν οι ομάδες των ανδρών που προέρχονταν από την ίδια γειτονιά, το ίδιο σχολείο, την ίδια ενορία.
1917
Το πλήγμα των μαχών του 1916 ήταν μεγάλο και για τις δύο πλευρές. Ήταν τόσο μεγάλο μάλιστα που έως και στρατηγοί άλλαξαν. Πρώτος απ’ όλους ο Γερμανός επικεφαλής Ε. Φαλκενχάιν, εξαιτίας της τεράστιας απώλειας που είχε το γερμανικό στράτευμα κατά τη μάχη του Βερντέν και του Σομ, αντικαταστάθηκε από τους στρατηγούς Χίντεμπεργκ και Λούντεντορφ. Οι δύο αυτοί αξιόλογοι στρατηγοί, που είχαν διαπρέψει στο Ανατολικό Μέτωπο, υιοθέτησαν ένα νέο σύστημα άμυνας, τη λεγόμενη «Γραμμή Χίντεμπεργκ». Με λίγα λόγια πρόκειται για ένα εμπόδιο βάθους 4 μιλίων από τσιμεντένια οχύρωση. Οι Γάλλοι από την άλλη ανέθεσαν στον στρατηγό Ρ. Νιβέλ τα ηνία του γαλλικού στρατού.
Ο Νιβέλ από τα πρώτα κιόλας χρόνια του πολέμου είχε ένα πολύ συγκεκριμένο σχέδιο στο μυαλό του. Υποστήριζε πως ο γαλλικός στρατός έπρεπε αφενός να βομβαρδίζει κι αφετέρου να καλεί το πεζικό σε άμεση επέμβαση. Πράγματι αυτό ήταν το κλειδί, για να σπάσει η γερμανική άμυνα. Για πρώτη και τελευταία φορά ο νέος στρατηγός θα εφαρμόσει τη θεωρία του στην επαρχία Σεμάν ντε Νταμ. Το σχέδιο ήταν απλό και ομολογουμένως έξυπνο. Οι Βρετανοί ως σύμμαχοι των Γάλλων θα εξαπέλυαν επίθεση στη γαλλική πόλη Αράς (09.04.1917). Λίγες μέρες αργότερα οι Γάλλοι θα έπρεπε να επιτεθούν στο Σεμάν ντε Νταμ.
Το σχέδιο όμως του Νιβέλ ήταν πολύ καλό, για να είναι αληθινό. Οι Γερμανοί ήταν ενήμεροι για την επικείμενη επιχείρηση και είχαν προνοήσει. Αφού λοιπόν οπισθοχώρησαν σε αμυντική θέση, για να είναι ασφαλείς, περίμεναν να ολοκληρωθεί η συμμαχική επίθεση και όπως καταλαβαίνετε… ξεκίνησαν την αντεπίθεσή τους. 130.000 Γάλλοι ήλθαν να προστεθούν στη λίστα των νεκρών του πολέμου.
Η αποτυχία πολλές φορές μας δυναμώνει. Ωστόσο, όταν είναι συνεχόμενη, πολλές φορές δημιουργεί δυσαρέσκεια• και η δυσαρέσκεια είναι στενή φίλη με την αντίδραση. Πραγματικά, ας σκεφτούμε τι θα κάναμε εάν για 3 ολόκληρα χρόνια ζούσαμε μέσα σε ανθρώπινα λαγούμια, μακριά από φίλους, συγγενείς και με μοναδικό σύντροφο τον φόβο του θανάτου!
Ας αφήσω όμως τα ποιητικά για την ώρα. Οι επάλληλες αποτυχίες του γαλλικού στρατού, όπως ήταν φυσικό, έφεραν εντάσεις στο εσωτερικό του. Γάλλοι φαντάροι άρχισαν να εξεγείρονται αποφεύγοντας ωστόσο τις έντονες εκφράσεις βίας. Παρ’ όλα αυτά, με κάθε τρόπο και με κάθε μέσο έκαναν σαφές πως δεν ήθελαν να συνεχίσουν τον πόλεμο. Η αντίδραση φυσικά της γαλλικής ηγεσίας ήταν άμεση: καθαίρεση του Νιβέλ και αντικατάστασή του από τον στρατηγό Πεταίν. Έπειτα από κάποιες εκτελέσεις και μετά από κάποιες βεβαιώσεις μη επίθεσης ο Πεταίν πέτυχε την καταστολή της εξέγερσης. Ο γαλλικός στρατός όμως είχε χάσει τη δυναμική του και απλώς αμυνόταν περιμένοντας τους Αμερικανούς.
Στρατηγός Ανρί Φιλίπ Πεταίν
Οι Βρετανοί πλέον ήταν οι μόνοι που μπορούσαν να κρατήσουν την επίθεση στο Δυτικό Μέτωπο. Ο στρατηγός Χέιγκ ύστερα από την αιματοχυσία στην μάχη του Σομ ξεκίνησε να προετοιμάζει την επιχείρηση στο ύψωμα Μεσίν. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι η πιο καλά οργανωμένη επιχείρηση του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Βρετανοί, Αυστραλοί και Νεοζηλανδοί είναι μόνο λίγοι από τους άνδρες που έλαβαν μέρος στην μάχη αυτή. Παράλληλα, ένα νέο όπλο τέθηκε σε χρήση μαζικά για πρώτη φορά, η νάρκη. Πιο αναλυτικά, 17 νάρκες θα τοποθετηθούν κάτω από το ύψωμα Μεσίν προκειμένου να διαλύσουν τη γερμανική άμυνα. Μαρτυρίες της εποχής λένε μάλιστα ότι ο ήχος της έκρηξης ακούστηκε μέχρι τη Νοτιοανατολική Αγγλία. Η μάχη ολοκληρώθηκε με νίκη των Άγγλων, γεγονός που τους αναπτέρωσε το ηθικό ύστερα από μήνες στασιμότητας και απραγίας.
Μετά απ’ αυτή την επιτυχία οι Άγγλοι κατευθύνθηκαν προς το Υπρ. Επί 15 ολόκληρες ημέρες χτυπούσαν τις γραμμές των Γερμανών, για να τις εξασθενήσουν. Παρ’ όλα αυτά, η ασταμάτητη βροχή σε συνδυασμό με το γερμανικό πυροβολικό και την αποφασιστική αντίστασή του, έφερε την απόγνωση στο βρετανικό στρατόπεδο. Πολλοί άνδρες πέθαναν μέσα στα λασπόνερα, ενώ άλλοι οπισθοχώρησαν. Οι Βρετανοί εν τέλει πέτυχαν μικρές νίκες, το τίμημα ωστόσο ήταν τεράστιο: 240.000 Βρετανοί και 200.000 Γερμανοί χάθηκαν.
Το 1917 κλείνει με την εμφάνιση μιας νέας πολεμικής μηχανής, του άρματος μάχης (tank). Με τη βοήθεια 400 αρμάτων μάχης ο βρετανικός στρατός έτρεψε το γερμανικό στράτευμα σε φυγή στη μάχη του Καμπραί. Στη μάχη αυτή αξίζει να τονιστεί ότι δεν προηγήθηκε καν βομβαρδισμός. Αντίθετα δοκιμάστηκε η συνεργασία των τριών όπλων: πεζικού, αρμάτων μάχης και πυροβολικού. Η μαζική επίθεση των τεθωρακισμένων προκάλεσε αιφνιδιασμό στη γερμανική άμυνα, η οποία υπέστη διείσδυση σε βάθος τεσσάρων μιλίων. Ωστόσο οι Βρετανοί βιάστηκαν και δεν έλαβαν τα απαραίτητα μέτρα προστασίας των νέων εδαφών. Δέκα μέρες μετά οι Γερμανοί αντεπιτέθηκαν και ανακατέλαβαν όλο το έδαφος που είχαν χάσει.
Μέσα σε όλα αυτά λοιπόν γίνεται σαφές στον οποιονδήποτε πως ακόμη και μια χρονιά πριν τη λήξη του πολέμου δεν ήταν τίποτα δεδομένο. Δεν υπήρχαν δηλαδή νικητές και ηττημένοι. Μονάχα αβεβαιότητα για την τελική έκβαση, απογοήτευση για τις μεγάλες προσδοκίες και αναμονή για την επιστροφή στην πατρίδα.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑΜονογραφίες
D. Reynolds, The Long Shadow: The Great War and the Twentieth Century, New York (WW Norton & Co), 2014² [1η: 2013]
Μεταφρασμένες εκδόσεις
M. Howard, The First World War, Oxford (Oxford University Press), 2002 (ελλ. έκδοση: Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος, μτφρ. Χ. Τσαλικίδου, επιμ. Γ. Αβραμίδης, Θεσσαλονίκη (Θύραθεν), 2004)